Είναι φυσιολογικό τα παιδιά να αισθάνονται λυπημένα ή να μην έχουν διάθεση για πολλές δραστηριότητες κατά διαστήματα. Όταν όμως τα αρνητικά συναισθήματα και οι σκέψεις παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και μειώνουν την ικανότητα του παιδιού να λειτουργεί “φυσιολογικά”, τότε μπορεί να αναφερόμαστε σε συμπτώματα κατάθλιψης.

Η κατάθλιψη αποτελεί μια μορφή διαταραχής της διάθεσης. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι το παιδί αισθάνεται λυπημένο, αποθαρρυμένο ή ευερέθιστο για μήνες ή και περισσότερο. Ένα άλλο σημάδι αποτελούν οι αρνητικές σκέψεις. Αυτό σημαίνει ότι ένα παιδί με συμπτώματα κατάθλιψης εστιάζει στα προβλήματα, παραπονιέται συχνά, ενώ συνηθίζει να ασκεί πολύ αυστηρή κριτική στο εαυτό του. Η κατάθλιψη επηρεάζει τη συγκέντρωση, τον ύπνο και την όρεξη. Το παιδί μπορεί να χάνει το ενδιαφέρον του για τις δραστηριότητες και τα μαθήματά του, να φαίνεται κουρασμένο, να παραιτείται εύκολα από την προσπάθεια ή να αποσύρεται από τους φίλους του και την οικογένειά του.

Τα παιδιά που υποφέρουν από κατάθλιψη δυσκολεύονται να καταβάλλουν προσπάθεια ακόμη και για τις δραστηριότητες που συνήθιζαν να απολαμβάνουν παλιότερα, ενώ συνήθως νιώθουν ότι οι άλλοι τα απορρίπτουν και δεν τα αγαπούν. Ακόμη και τα μικρά και καθημερινά προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζουν, μεγενθύνονται και φαίνονται δυσεπίλυτα. Σε σοβαρές καταστάσεις μπορεί να σκεφτούν ακόμη και την αυτοκτονία.

Για τους γονείς είναι κάποιες φορές δύσκολο να αναγνωρίσουν τα σημάδια κατάθλιψης στα παιδιά τους και να τα παρερμηνεύσουν ως έλλειψη προσπάθειας ή ως σημάδια αρνητικής συμπεριφοράς. Η κατάθλιψη όπως και άλλες διαταραχές διάθεσης μπορούν να βελτιωθούν και να θεραπευτούν με την κατάλληλη φροντίδα και προσοχή, ενώ αν δεν αντιμετωπιστεί, τα προβλήματα θα παραμείνουν ή μπορούν ακόμη και να επιδεινωθούν. Εάν οι γονείς υποψιάζονται ότι το παιδί τους παρουσιάζει συμπτώματα κατάθλιψης θα πρέπει να το συζητήσουν μαζί του. Το παιδί από την πλευρά του μπορεί να αγνοήσει, να κρύψει ή και να αρνηθεί αυτά που νιώθει. Μπορεί ακόμη και να μην συνειδητοποιεί τη σοβαρότητα της κατάστασης του. Πιθανόν να συμπεριφέρεται σαν να μην θέλει βοήθεια, αλλά είναι σημαντικό για αυτό, ακόμη κι αν δεν το δείχνει, να νιώσει ότι οι γονείς του είναι εκεί και είναι πρόθυμοι να το ακούσουν.

Μόλις οι γονείς αντιληφθούν ότι η συμπεριφορά του παιδιού τους έχει αλλάξει και παρουσάζει συμπτώματα όπως αυτά που περιγράφηκαν παραπάνω, θα πρέπει να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, παιδοψυχίατρο ή παιδοψυχολόγο, ο οποίος θα αξιολογήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης και θα προτείνει θεραπεία. Η οικογενειακή ή ατομική ψυχοθεραπεία και σε κάποιες περιπτώσεις η φαρμακευτική αγωγή αποτελούν τις μορφές θεραπείας της κατάθλιψης. Η οικογενειακή θεραπεία μπορεί να βοηθήσει σε σημαντικό βαθμό δημιουργώντας ένα νέο πλαίσιο μέσα στο οποίο οι γονείς θα βελτιώσουν τον τρόπο που επικοινωνούν με το παιδί τους. Πέρα από την ψυχοθεραπεία, οι γονείς μπορούν έμπρακτα να βοηθήσουν. Μπορούν καταρχήν να φροντίσουν έτσι ώστε το παιδί να τρέφεται σωστά, να κοιμάται αρκετά και να συμμετέχει σε σωματικές δραστηριότητες έτσι ώστε να βελτιωθεί σιγά σιγά η διάθεσή του. Μπορούν επίσης να επιδιώκουν να πραγματοποιούν οικογενειακές δραστηριότητες που απολαμβάνουν, όπως μια εκδρομή, μια βόλτα στον κινηματογράφο ή το θέατρο ή ένα επιτραπέζιο παιχνίδι. Ενθαρρύνοντας λοιπόν την ανάδυση θετικών συναισθημάτων χωρίς πίεση, μπορούν να ενισχύσουν την καλή διάθεση του παιδιού.

Τέλος, οι γονείς θα πρέπει να οπλιστούν με πολλή υπομονή, καθώς ένα παιδί με συμπτώματα κατάθλιψης συχνά παρουσιάζει έντονη αμφιθυμία. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να αποφεύγουν τους καυγάδες και τις έντονες συγκρούσεις. Μια καλή σχέση με κατανόηση ενισχύει την ανθεκτικότητα των παιδιών απέναντι στην κατάθλιψη.